- Μεγαλοβδομάδα
- Paskalya haftası
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
αμαγάριστος — η, ο 1. αυτός που δε βρομίστηκε, καθαρός: Ευτυχώς, το φαΐ ήταν αμαγάριστο. 2. αυτός που δεν αρτύθηκε μέρα νηστείας: Του διναν να φάει κρέας και τυρί μεγαλοβδόμαδα, αλλά εκείνος έμεινε αμαγάριστος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αρταίνω — και αρτύνω και αρτύζω άρτυσα, αρτύθηκα και αρτύστηκα, αρτυσμένος, κάνω κάποιον να καταλύσει τη νηστεία, να φάει φαγητό που δεν είναι νηστίσιμο, καρυκεύω φαγητό: Μ έκαμε να αρτυστώ Μεγαλοβδόμαδα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)